Στα παλιά ιστιοφόρα για να αποφύγουν τις ελαστικότητες στα μαντάρια χρησιμοποιούσαν συρματόσχοινα τα οποία στην άκρη τους ήταν πλεγμένα με σχοινί.
Δηλαδή ήταν μισό σχοινί και μισό συρματόσχοινο. Σε αυτά τα μαντάρια το επικίνδυνο σημείο (εκεί δηλαδή που δεν φαίνεται η φθορά) είναι το σημείο ένωσης μεταξύ σχοινιού και συρματόσχοινου. Και εδώ το συρματόσχοινο είναι υπεύθυνο μιας και η οξείδωση του καταστρέφει το σχοινί σε σημείο μη ορατό.
Στην περίπτωση που τα μαντάρια είναι πολυεστερικά, ο έλεγχος είναι πιο απλός.
Εδώ έχουμε δυο πράγματα να ελέγξουμε α) την εξωτερικά ορατή φθορά και β) την υπερβολική ελαστικότητα.
Καλό είναι ειδικά αν τα μαντάρια μας τα χρησιμοποιούμε για συστήματα Roller να διαλέξουμε προτεντωμένα σχοινιά μιας και η πιθανή ελαστικότητα προκαλεί και φθορές στα συστήματα Reefing αλλά και στον δυνατό άνεμο βλέπουμε τα πανιά μας να «σουρώνουν» όταν τα μαντάρια μας είναι κακής ποιότητας.
Ιδανική λύση είναι η χρήση σχοινιών τύπου Dyneema (αυτά που χρησιμοποιούνται και στα αγωνιστικά σκάφη) όπου η ελαστικότητα είναι σχεδόν μηδενική, οι δε αντοχές είναι μεγαλύτερες και από αυτές των συρματόσχοινων.
Η θεωρητική ζωή των πρεσαρισμένων συρματόσχοινων είναι 10 χρόνια η σε μίλια δυο φορές ο γύρος της γης. Και αυτό ισχύει ακόμα και όταν το σκάφος δεν ταξιδεύει!!
Ο κυριότερος λόγος είναι ότι στο εσωτερικό μέρος του πρεσαρίσματος (εκεί δηλαδή που είναι σε επαφή το συρματόσχοινο με το άκρο) δημιουργείτε ηλεκτρόλυση.
Διότι όσο και αν έχουμε δυο ανοξείδωτα υλικά είναι πρακτικά αδύνατο να έχουν την ίδια χημική σύσταση, και ως εκ τούτου και να βρίσκονται στην ίδια ηλεκτροδυναμική κλίμακα.
Όσο δε και αν έχουνε γίνει «ένα σώμα» πάντα υπάρχει η δυνατότητα διείσδυσης του αλατόνερου με τις γνωστές συνέπειες.
Σαν κυριότερους λογούς μπορούμε να θεωρήσουμε τους εξής τρεις:
- Η ποιότητα των υλικών. Όπως με όλα τα πράγματα, τα υλικά που χρησιμοποιούνται έχουν σκαρτέψει στον βωμό της κατανάλωσης με το πρόσχημα της οικολογίας.
- Ο τρόπος πρεσαρίσματος. Παλιά ήταν αδιανόητο να πρεσαριστούν άκρα αρματωσιάς με διαφορετικό τρόπο από την χρήση περιστροφικής πρέσας αλλά διάφοροι αμαθείς και ασυνείδητοι σήμερα χρησιμοποιούν «ταλουριτιέρες» για πιο γρήγορα και φθηνότερα πρεσαρίσματα.
- Η ελλιπής γνώση των ορίων αντοχής των υλικών μέχρι την δεκαετία του 90’. Χρησιμοποιούσαν αρκετά μεγαλύτερες διαμέτρους συρματόσχοινων από τις απαιτητές για τον συγκεκριμένο τύπο σκάφους, με αποτέλεσμα την μικρότερη καταπόνηση και την μεγαλύτερη αντοχή.
Η θεωρητική ζωή των ROD (οι «βέργες» από nitronic 50) καθορίζεται
- Σε οκτώ με δέκα χρόνια για τα κεφαλωματα.
- Σε δέκα με δεκαπέντε για τις ράβδους.
- Σε είκοσι για τους τεντωτήρες.
Εδώ έχουμε να προσέξουμε κάτι πάρα πολύ σημαντικό !! Αν το τελείωμα δεν είναι με κεφάλι αλλά με πρεσαρισμένα ενσωματωμένα άκρα τότε έχουμε να κάνουμε με πολύ ευαίσθητη κατάσταση και θα πρέπει να τα αλλάξουμε χωρίς αναβολή. Η ηλικία τους άλλοτε θα είναι μεγαλύτερη από 20 χρόνια μιας και έχει καταργηθεί αυτή η μορφή της κατασκευής. Ο λόγος είναι ότι με πρεσαρισμένα άκρα είναι αδύνατη η «περιστροφή» έστω και στο ελάχιστο του rod με καταστροφικές συνέπειες για την αντοχή του υλικού (η ράβδος είναι κατασκευασμένη για να δέχεται δυνάμεις κατά μήκος, κάθε περιστροφή μπορεί να προκαλέσει θραύση).
Τους αλουμινένιους ιστούς τους συναντάμε με δυο μορφές:
- Μη ανοδιωμένο αλουμίνιο όπου την προστασία του από την ηλεκτρόλυση έχει αναλάβει η χρωματική επίστρωση. Στην περίπτωση αυτή η προσοχή μας πρέπει να πάει στα σημεία που έχει αφαιρεθεί το χρώμα ή εκεί που πιθανόν να έχει φουσκώσει. Πολύ σημαντικό στην περίπτωση αυτή είναι το τι έχει γίνει κάτω από την εξωτερική μπογιά (δηλαδή το εξωτερικό χρώμα). Αυτό που προστατεύει είναι το primer το οποίο τοποθετείται πάνω στο καθαρό αλουμίνιο και όχι η μπογιά. Θα πρέπει να έχουν προηγηθεί του χρωματισμού τουλάχιστον τρεις επιστρώσεις primer.
- Ανοδιωμένοι ιστοί.
Εδώ την προστασία έχει αναλάβει η ηλεκτροχημική επεξεργασία του αλουμινίου με την εξωτερική επίστρωση την ανοδείωσης, η οποία αποτελεί μονοτόκο υλικό προστασίας.
Όταν υπάρχει φθορά σε αυτό το εξωτερικό στρώμα βλέπουμε το αλουμίνιο να «ψωριάζει» και να αποκτά κηλίδες διαφορετικού χρώματος. Πάλι η ηλεκτρόλυση είναι υπεύθυνη για τα προβλήματα μας.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δώσουμε στα σημεία όπου υπάρχουν ανοξείδωτα μεταλλικά επιθέματα στον κορμό του ιστού όπου είναι πολύ πιθανή η εμφάνιση της ηλεκτρόλυσης η οποία συνήθως διαπιστώνεται από φούσκωμα του μεταλλικού επιθέματος το οποίο πολλές φορές από κάτω από την οξείδωση έχει ανοίξει τρύπα στον αλουμινένιο ιστό.
Γενικά μπορούμε να πούμε ότι και στις δυο περιπτώσεις πρέπει κάποιος να εξετάζει τη βάση του άλμπουρου τα μεταλλικά επιθέματα, τις βάσεις των συρματόσχοινων, τις βάσεις των σταυρών και κάθε τι άλλο πρόσθετο υπάρχει στο αλουμινένιο προφίλ.
Εδώ πρέπει να προσέξουμε δυο βασικά πράγματα, μιας και θεωρητικά δεν υπάρχει προκαθορισμένο όριο ζωής εκτός από μια «χονδρική θεώρηση» ότι μετά από 25 χρόνια και αυτοί θα θέλουν αλλαγή.
- Εντατήρες με ανοξείδωτο κορμό και ανοξείδωτα άκρα.
Αυτή η μορφή των εντατήρων είναι η φθηνότερη αλλά όχι η καλύτερη λύση. Και αυτό γιατί οι τριβές που δημιουργούνται ανάμεσα στα δύο σπειρώματα (κορμός και άκρα) είναι πολύ μεγάλες με αποτέλεσμα πολλές φορές στην προσπάθεια μας να τους σφίξουμε γρεζάρουν και κολλάνε.
Επίσης στην περίπτωση που δεχτούν από ατύχημα πλευρικά φορτία σπάνε γιατί δεν έχουν την δυνατότητα (όπως έχουν οι μπρούτζινοι κορμοί) να στραβώσουν και να εκτονώσουν το φορτίο που δέχτηκαν.
- Εντατήρες με μπρούτζινο κορμό και ανοξείδωτα άκρα.
Εδώ έχουμε την ενδεδειγμένη κατηγορία εντατήρων για την αρματωσιά του ιστιοφόρου μας. Πολλές φορές η όψη των κορμών τους μετά από λίγα χρόνια μας κάνει να ανησυχούμε βλέποντάς τους να έχουν «ξεφλουδίσει».
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι έχουμε κάποια επικίνδυνη φθορά. Κατά κανόνα αυτό συμβαίνει γιατί φεύγει η εξωτερική επίστρωση από χρώμιο, που χρησιμοποιείται για αισθητικούς λόγους και όχι για προστασία του υλικού. Το σημαντικό είναι να δούμε ότι περιστρέφονται χωρίς πρόβλημα, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας.